(του Αντώνη Καρανίκα)

ΟΙ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ
ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ

Οι εκδηλώσεις – χοροεσπερίδες του συλλόγου μας που προγραμματίζονται για τις χειμερινές περιόδους τα τελευταία χρόνια σε Αθήνα και Λαμία γίνονται με σχετική επιτυχία. Παραβρίσκονται πολλοί Χρυσιώτες και φίλοι του συλλόγου μας. Η οργάνωση πάντα είναι πραγματικά πολύ καλή και αξίζουν συγχαρητήρια στο Διοικητικό Συμβούλιο του συλλόγου μας και σε όσους άλλους βοηθούν σ’ αυτό. Θα προσπαθήσω παρακάτω να δώσω κάποιες απαντήσεις κατά τη γνώμη μου σε ερωτήματα που προκύπτουν σχετικά με τη συμμετοχή μας σε τέτοιες εκδηλώσεις και για άλλα θέματα που αφορούν στο σύλλογό μας.

Είναι συνηθισμένο να λέμε και να γράφουμε μετά απ’ αυτές τις ετήσιες εκδηλώσεις του συλλόγου μας, ότι ήταν εξαιρετικά επιτυχημένες, η συμμετοχή του κόσμου ήταν ικανοποιητική και άλλα τέτοια. Αυτό γίνεται για ευνόητους λόγους. Μήπως όμως είναι καιρός να πούμε ποια είναι η πραγματική κατάσταση, τουλάχιστον των τελευταίων ετών πάνω σ’ αυτό το θέμα;
Μήπως η ωραιοποίηση της κατάστασης δεν βοηθά, αλλά σκεπάζει την αλήθεια που πρέπει να είναι γνωστή σε όλα τα μέλη του συλλόγου μας, αφού από τα μέλη εξαρτάται η επιτυχία ή όχι των εκδηλώσεων;
Δεν έχω πρόθεση να κατηγορήσω κάποιους, να χρεώσω σε κάποιους τη “μέτρια” συμμετοχή των μελών μας. Πρέπει όμως να πούμε ποιοι πραγματικά βοηθούν τις εκδηλώσεις του συλλόγου μας και για ποιο λόγο γίνονται αυτές. Έτσι λοιπόν αυτοί που βοηθούν είναι δύο κατηγορίες: Αυτοί που οργανώνουν τις εκδηλώσεις και αυτοί που συμμετέχουν. Αυτοί που οργανώνουν ποιοι είναι; Τα μέλη του Δ.Σ. και αυτοί… όχι όλοι το ίδιο, άλλος λίγο και άλλος περισσότερο. Αυτοί που συμμετέχουν ποιοι είναι; Είναι σχεδόν οι ίδιοι κάθε χρόνο. Οι ίδιες οικογένειες, τα ίδια άτομα. Ευτυχώς που φέρνουν και αρκετούς φίλους τους, άσχετους με το σύλλογο και έτσι μαζευόμαστε κάμποσοι. Οι άλλοι που είναι; Τόσα μέλη του συλλόγου μας είναι εγγεγραμμένα γιατί δεν έρχονται, ενώ καλούνται μέσω εφημερίδας ή επιστολών ή ακόμη και διά τηλεφώνου; Γιατί δε δίνουν το παρόν, ώστε να ενισχύσουν το σύλλογο στην πράξη; Να φανούμε περισσότεροι, να ανέβει έστω το ηθικό εμάς των υπολοίπων που είμαστε εκεί κάθε χρόνο, να πούμε εμείς τα μέλη του Δ.Σ. ότι δεν πάνε χαμένοι οι κόποι της διοργάνωσης, να πούμε στ’ αλήθεια ότι ο χορός ήταν επιτυχημένος;

Αν τους ρωτήσει κανείς, εκτός του ότι μπορεί να θυμώσουν και να πουν ότι αυτό είναι δικό τους θέμα (είναι βέβαια, αλλά…), θα πουν δικαιολογίες πρόχειρες αποφυγής και μη πειστικές, του τύπου: …μου ’τυχε μια δουλειά, …θα ’ρθω του χρόνου, …είχα έρθει πρόπερσι, …ήταν ακριβή η πρόσκληση, …δε μου άρεσε το συγκεκριμένο μαγαζί ή η μουσική του, …δεν είχα με τι να ’ρθω ή που να παρκάρω και άλλα τέτοια.

Δε λέω, υπάρχουν λόγοι κάποιες φορές όντως ικανοί να μην επιτρέψουν τη συμμετοχή κάποιου, αλλά σχεδόν κάθε χρόνο; Και σχεδόν πάντα στους ίδιους τυχαίνουν; Πώς σε άλλους δεν τυχαίνουν συχνά τέτοιοι λόγοι; Και πόσο ακριβή είναι πια αυτή η πρόσκληση; Μια φορά το χρόνο γίνεται και για το χωριό μας. Βρήκαν αλλού φτηνότερα; Είμαστε ικανοί οικονομικά, να «κλείσουμε» το καλύτερο μαγαζί; Εξάλλου αυτό που κλείνουμε κάθε φορά είναι μέσα στα πολύ καλά μαγαζιά, αν είναι δε κάπως μακριά για κάποιους τι να κάνουμε; Αν κλείσουμε μαγαζί κοντά σ’ αυτούς, θα είναι τότε μακριά για τους άλλους! Προσπαθούμε κάθε φορά να γίνεται το καλύτερο για όλους.

Να πούμε εδώ για ποιους λόγους γίνονται αυτές οι εκδηλώσεις. Γίνονται κυρίως για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι η επικοινωνία, η επαφή, η γνωριμία με ό,τι άλλο θετικό συνεπάγεται απ’ αυτά για τα μέλη του συλλόγου μας και τη στήριξη του χωριού μας. Ο δεύτερος λόγος είναι η συγκέντρωση χρημάτων. Ένα μικρό ποσό απ’ την πρόσκληση και τα χρήματα των λαχνών πάνε στο σύλλογο για να μπορεί να ανταπεξέρχεται στις βασικές του υποχρεώσεις. Ποιες είναι αυτές; Είναι η έκδοση της εφημερίδας – κοστίζει περίπου 500€ το τρίμηνο – η οργάνωση των όποιων εκδηλώσεων σε Αθήνα, Λαμία και χωριό και τα έργα εξωραϊσμού που γίνονται στον τόπο καταγωγής μας.

Φτάνουν τα χρήματα που μαζεύονται απ’ τις εκδηλώσεις; Η απάντηση είναι πως δε φτάνουν ούτε για την εφημερίδα. Είναι βέβαια και κάποια λίγα χρήματα που μαζεύονται απ’ τις ετήσιες συνδρομές των μελών ή και από δωρεές. Ευτυχώς λοιπόν που είναι και αυτά, αλλιώς δε θα υπήρχε δυνατότητα συνέχισης της όποιας δραστηριότητας του συλλόγου.
Αλλά μιας και αναφέραμε τις συνδρομές, πόσα είναι τα εγγεγραμμένα μέλη σε Αθήνα, Λαμία και αλλού; Αρκετά. Είναι αρκετά. Όμως πόσοι πληρώνουν τη συνδρομή τους;

Σας πληροφορώ πως περίπου το (1/3) ένα τρίτο μόνο των μελών είναι τυπικό σ’ αυτή την υποχρέωση. Οι υπόλοιποι δεν εμφανίζονται ποτέ και πουθενά. Ή αν εμφανιστούν στο χωριό το καλοκαίρι το… ξεχνούν ή ακόμη λένε ότι θα το τακτοποιήσουν αργότερα σε κάποια εκδήλωση που θα ’ρθουν, αλλά δεν έρχονται ποτέ! Και ποιος θα πρέπει να τους βρει; Ποιοί είναι αυτοί που ασχολούνται με το σύλλογο και το έργο του; Ποιοι οργανώνουν τις εκδηλώσεις; Είναι εύκολο να οργανωθεί μια τέτοια εκδήλωση και μάλιστα με λαχειοφόρο αγορά;

Απ’ το να βρεις το κέντρο, να κλείσεις συμφωνία, να εκτυπώσεις προσκλήσεις, να ειδοποιήσεις με επιστολές τα μέλη, να βρεις τα δώρα για τη λαχειοφόρο – πράγμα πολύ δύσκολο – μετά να φτιάξεις λαχνούς, να βάλεις τα δώρα σε αριθμημένες τσάντες, καταστάσεις με κερδίζοντες λαχνούς, τρέξε σε μαγαζιά, στείλε επιστολές και fax σε εταιρίες, παρακαλώντας πολλές φορές για προσφορές δώρων και ακόμη να είσαι παντού την ημέρα της εκδήλωσης – στην υποδοχή, στα τραπέζια, στη διανομή δώρων – αγωνία και άγχος αν θα πάνε όλα καλά και βεβαίως πάντα κάτι θα βρουν να πουν κάποιοι υπό μορφή συμβουλής και όχι παρατήρησης – όπως τουλάχιστο λένε – για να “διορθωνόμαστε”. Μάλιστα μερικοί με πλεονάζον θράσος λένε ότι έτσι κι έτσι έπρεπε να γίνει το ένα και το άλλο αν και δεν ήμουν εκεί…

 

Δεκτό κάθε σχόλιο, όντως βοηθά, αλλά δικαιούται να το κάνει όποιος προσφέρει έστω και μόνο με τη συμμετοχή του.
Απαντώντας λοιπόν στο ερώτημα ποιοι τα κάνουν όλα αυτά, η απάντηση είναι, όπως ανέφερα και παραπάνω, τα μέλη του Δ.Σ. και κάποια άλλα μέλη του συλλόγου μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και αυτό στην Αθήνα, αλλά και στη Λαμία. Δεν αναφέρω σκοπίμως ονόματα. Όλοι ξέρουν ποιοι είναι αυτοί. Μη κοροϊδευόμαστε. Είναι κάθε χρόνο οι ίδιοι και οι ίδιοι. Γιατί όμως το κάνουν; Μήπως έχουν όφελος; Και τι όφελος; Οικονομικό; Είναι αστείο να το πει αυτό κανείς. Μάλιστα ο κόπος τους όχι μόνο δεν πληρώνεται αλλά βάζουν κι απ’ την τσέπη τους για κάποια μικροέξοδα και δεν τα παίρνουν ποτέ πίσω. Άλλο όφελος; Αν το ανακαλύψει κανείς, να το πει και σε μας.
Γιατί λοιπόν το κάνουν; Από αγάπη το κάνουν για τον τόπο που γεννήθηκαν, από αυξημένο αίσθημα προσφοράς γι’ αυτό τον τόπο και από ελπίδα να τον δουν καλύτερο, βάζοντας κι αυτοί ένα λιθαράκι σ’ ότι γίνεται εκεί – που ελάχιστα έτσι κι αλλιώς γίνονται. Δεν έχουν κανένα λόγο. Ούτε καμιά προσδοκία αυτοπροβολής και σκοπιμότητας κοινωνικοπολιτικής έχουν. Γιατί αν δεν ασχοληθεί κάποιος, θα υπάρξει πλήρης εγκατάλειψη των πάντων όσων πηγάζουν απ’ το σύλλογο. Μ’ άλλα λόγια θα διαλυθεί ο σύλλογος. Πώς είμαι βέβαιος γι’ αυτό; Όποιος έχει έρθει στις τακτικές συνελεύσεις του και στις ψηφοφορίες για εκλογές νέου Δ.Σ. θα διαπίστωσε το αν υπάρχει επιθυμία από κάποιον να συμμετάσχει στο νέο Δ.Σ. Σας πληροφορώ και δω πως καμία, εντελώς καμία, επιθυμία δεν υπάρχει, αλλά μαζευόμαστε εκεί μόνο ελαχιστότατοι και όπως αλλού οι ίδιοι και οι ίδιοι. Έτσι λοιπόν αφού δεν υπάρχει “νέο αίμα” και μπροστά στην απειλή της διάλυσης, δίνουμε για άλλη μια φορά την υπόσχεση να παλέψουμε – οι ίδιοι πάλι – μέσα απ’ το Δ.Σ. με την ελπίδα στις επόμενες εκλογές να ’ναι καλύτερη η κατάσταση.

Ένα άλλο θέμα είναι αυτό της εγγραφής νέων μελών. Έχει πολλά χρόνια σχεδόν να εγγραφεί νέο μέλος. Αντίθετα λιγοστεύουν – λόγω θανάτων – τα μέλη μας. Ποιες είναι λοιπόν οι προοπτικές καλυτέρευσης χωρίς νέα μέλη; Γιατί δεν εγγράφονται νέα μέλη; Αυτό είναι κάτι που μας έχει απασχολήσει. Εμείς τους καλούμε κοντά μας μέσω της εφημερίδας και μέσω των εκδηλώσεών μας. Εξηγούμε όσο γίνεται τα θετικά αυτής της πρόσκλησης. Όμως ελάχιστοι ανταποκρίνονται. Μήπως αυτό είναι ζήτημα που πρέπει να απασχολεί την κάθε οικογένεια, η οποία πρέπει να διδάξει και να εμπεδώσει την αγάπη για το χωριό στα παιδιά της και να τα παρακινεί να είναι κοντά στο σύλλογο και έμμεσα στο χωριό, που μόνο κάτι καλό μπορεί να βγει απ’ αυτό; Δε χρειάζεται κοινωνιολογική ανάλυση εδώ γι’ αυτό. Όλοι καταλαβαίνουμε στις πόλεις που ζούμε ποια είναι η σημασία της επαφής με το χωριό!
Δεν πρέπει να παραλείψω να αναφέρω το θέμα της εφημερίδας. Μια τρίμηνης έκδοσης που δέχεται τα κολακευτικά σχόλια όσων τη διαβάζουν. Όμως και εδώ τα πράγματα είναι στην ίδια κατάσταση. Υπάρχει μια συντακτική επιτροπή που την εκδίδει. Όμως ουσιαστικά τη “δουλειά” την κάνει ένας, ο εκάστοτε εκδότης. Και δεν είναι εύκολο να ετοιμάσεις μια εφημερίδα. Και μη σκεφτεί κανείς και δω πως υπάρχει κάποιο όφελος για τον εκδότη και τη συντακτική επιτροπή. Αντίθετα χρειάζεται πολύς χρόνος, κόπος, επισκέψεις σε τυπογραφείο κ.τ.λ. για να ετοιμαστεί η εφημερίδα. Επομένως μόνο ευγενικές προθέσεις μπορεί κανείς να καταλογίσει σ’ αυτούς που ασχολούνται με την έκδοσή της.

Αλλά γιατί, πλην ελαχίστων ενίοτε, δε βοηθά κανείς άλλος στέλνοντας υλικό προς δημοσίευση, κατάλληλο για την εφημερίδα μας; Τόσοι είμαστε ως μέλη. Δε μπορούμε να γράψουμε πού και πού κάτι; Είμαστε “συγγραφικώς” ανίκανοι; Το χωριό μας έχει πλούσια ιστορία, πλούσια φύση αλλά και είναι “πλούσιο” σε προβλήματα. Επομένως υπάρχουν θέματα. Μήπως δεν έχουμε σκέψεις, ιδέες και προβληματισμούς γι’ αυτά; Μάλλον αδιαφορούμε ή καλύτερα βαριόμαστε. Λέμε όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις το γνωστό …δε βαριέσαι ή …ωχ αδερφέ. Και σκεφτόμαστε ότι…εντάξει …υπάρχουν κάποιοι που το κάνουν αυτό, γιατί ν’ ασχοληθώ εγώ, εξάλλου εγώ δεν έχω χρόνο, λες και οι άλλοι έχουν.

Τέλος το θέμα της παρουσίας μας στο χωριό. Αυτό το θέμα έχει πολλές ιδιαιτερότητες για τον καθένα. Δεν είναι τόσο κοντά και δεν έχει τόσο εύκολη πρόσβαση στο χωριό μας. Η παρουσία όμως, με την όποια ευκαιρία, του καθενός μας εκεί είναι επιβεβλημένη. Είναι ένα απ’ τα σημαντικότερα στοιχεία της προσφοράς μας στον τόπο που γεννηθήκαμε. Αυτό δίνει στ’ αλήθεια ζωή στο χωριό και ελπίδα διατήρησής του σε όλους μας και κυρίως σ’ αυτούς που μένουν μόνιμα εκεί.

Πιστεύω με όσα έγραψα σ’ αυτό το άρθρο να προβληματιστούμε όλοι για την γενικότερη πορεία του συλλόγου μας που τόσα έχει προσφέρει χρόνια τώρα στο χωριό μας και αυτό είναι αναμφισβήτητο και να επανεξετάσουμε στη σκέψη μας τη στάση μας ο καθένας απέναντι σ’ αυτό το ζήτημα. Απαιτείται δραστηριοποίηση και έμπρακτο ενδιαφέρον απ’ όλους μας ανεξαιρέτως, όσο μικρή ή μεγάλη και αν είναι η προσφορά μας.
Όλοι κάποια στιγμή, σε κάποιο τομέα, έχουμε κάτι να δώσουμε σ’ αυτή την προσπάθεια. Το χωριό μας μάς έχει ανάγκη. Η Χρύσω είναι ο τόπος καταγωγής μας. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτό, μην το ξεχνάμε.


(Τροποποιημένο απόσπασμα από τα «ΧΡΥΣΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ», φύλλο 40, Ιαν.-Φεβρ.-Μαρτ. 2005)